Η παράδοση είναι ο αρμός στις σπασμένες πλάκες της ιστορίας ενός τόπου και ο οδηγός και βοηθός του ερευνητή που ψάχνει την ιστορική αλήθεια.
Μετά τον παλιό Αη Γιώργη και το μοναστήρι των Αγίων Ταξιαρχών, που πέρα από την ιστορική τους αξία, σαν απόηχος της πνευματικής προσφοράς τους έχει διασωθεί μέχρι εμάς και η φήμη της λειτουργίας Κρυφού Σχολειού, ένα άλλο ξωκκλήσι, της Αγίας Παρασκευής, βρίσκεται ριζωμένο στη βόρεια πλευρά του παλιού χωριού μας. Ναός μικρής χωρητικότητας, λιθόκτιστος, κεραμοσκεπής, μόνο με τρεις πλευρές, γιατί σαν τέταρτη έχει, τον βράχο, χωρίς τρούλο και καμπαναριό.
Χτισμένος πολύ μετά και την ίδρυση του χωριού, λιτός, δεν έχει να επιδείξει αρχιτεκτονική και πλούσιο περιεχόμενο. Είναι όμως στενά συνδεδεμένος με μια παράδοση που ήθελε τους προγόνους μας να βρίσκονται πολύ κοντά στο Θεό, για να καταλήξουν σ΄αυτή τους την επιλογή μετά από κάποιο θαύμα. Ήταν η εποχή που η ευλογιά μάστιζε την περιοχή, αποδεκατήζοντάς την, στέλνοντας στον άλλο κόσμο αρκετά άτομα. Κι ενώ όλοι περίμεναν, αφού πλέον ήταν θέμα χρόνου, πότε το κακό θα φθάσει και στο Βασιλόπουλο, ένα αόρατο χέρι την κρατούσε μακρυά από αυτό. Λιγόστεψαν τις επαφές με τους κατοίκους των γύρω χωριών, παίρνοντας τα υποτυπώδη μέτρα προφύλαξης, αλλά η αγωνία για το επικείμενο κακό ήταν μεγάλη.
Τότε στην συγκεκριμένη τοποθεσία είδαν την θεϊκή μορφή της Αγίας Παρασκευής να καρφώνει στα βράχια πέταλα και καρφιά και μαζί τους την θανατηφόρα νόσο. Κανείς κάτοικος του χωριού δεν προσβλήθηκε και με βαθύ θρησκευτικό συναίσθημα έχτισαν στην εσοχή του βράχου το μικρό ναό στο σημείο που η θεϊκή βούληση είχε επιλέξει.
Πριν λίγα χρόνια, η μπουλντόζα στο διάβα της για να ανοίξει νέο δρόμο, με σύμμαχο την αδιαφορία των υπευθύνων, παρέσυρε και σκόρπισε τις πέτρες με τα καρφιά και τα πέταλα. Κάθε χρόνο στις 26 Ιουλίου, γιορτή της Αγίας Παρασκευής, της Ζωοδόχου Πηγής και ενδεχομένως σε ορισμένες Βαφτίσεις, μας καρτεράει το εκκλησάκι να ανηφορίσουμε από το γκαλντερίμι δίπλα στην Πεζούλα για να ανοίξει η πόρτα του, να ανάψουν τα καντήλια του και να μοσχομυρίσει το λιβάνι.
ΘΕΟΔ. ΧΡ. ΚΑΚΚΑΒΑΣ