Αποκριάτικα
O πατροπαράδοτος καρνάβαλος είναι ένα έθιμο που τις ρίζες του θα βρούμε στα αρχαία Διονυσιακά μυστήρια, με στοιχεία πρωτόγονων λατρευτικών εκδηλώσεων, εμπνευσμένο από την ίδια την ζωή και μετέπειτα επηρεασμένο από τους Ενετούς ή την Τουρκοκρατία.
Έτσι θα συναντήσουμε στη Νάουσα τους Γενίτσαρους και το χορό της Μπούλας, στη Σκύρο το χορό της Τράτας, στη Μεθώνη την αναβίωση του Κουτρούλη το γάμο, στη Ζάκυνθο το Λαϊκό Δικαστήριο όπου δικάζεται και καταδικάζεται η αγάπη, στη Θήβα την αναπαράσταση του παραδοσιακού Βλάχικου Γάμου, στο Γαλαξίδι τον αλευροπόλεμο και τέλος στην Πάτρα με τα Μπουρμπούλια της το αποκορύφωμα με την παρέλαση του καρνάβαλου. Στην περιοχή μας, ίσως το μόνο που έχει απομείνει από το έθιμο της Αποκριάς, είναι το μασκάρεμα μερικών πιτσιρικάδων (οι μπαρμπούτες), οι εικόνες της τηλεόρασης από το καρναβάλι άλλων πόλεων, κυρίως της Πάτρας και το πέταγμα των χαρταετών.
Εάν πάμε λίγα χρόνια πίσω θα δούμε ότι, Αποκριά δεν σήμαινε μόνο μεταμφίεση. Αυτή γίνονταν έτσι και αλλιώς στη διάρκεια της ημέρας αλλά και της νύχτας. Εμπνευστής και πρωταγωνιστής στα αποκριάτικα έθιμα, ο μπάρμπα Γεράσιμος ο Καραγεώργας, έγδαρε ένα τράγο (γκισέμ) παραμονές τη Αποκριάς και με μεγάλη προσοχή μαζί με το τομάρι έκοψε και τα κέρατα. Ντύθηκε το τραγοτόμαρο ο νεαρός τότε μπάρμπα Μάκος, (σε ξένο σπίτι για να μην τον αναγνωρίσουν), φόρεσε τον κυπρί στο λαιμό και εμφανίστηκε στο μαγαζί της εκκλησίας, διασκεδάζοντας τον κόσμο που ήταν συγκεντρωμένος στην μικρή πλατεία. Αργότερα, τις αποκριάτικες μεταμφιέσεις των ταλαντούχων Γιωταίων αλλά και πολλών άλλων θα τις ζήλευαν και επαγγελματίες θεατρικού σκηνοθέτες. Η κατάληξη όμως όλων των μασκαρεμάτων ήταν τα συγγενικά και φιλικά σπίτια, όπου το βράδυ όλοι μαζί, μασκαράδες και μη, στο ίδιο τραπέζι γεύονταν τις νόστιμες λιχουδιές που είχαν ετοιμάσει οι νοικοκυρές με μεζέδες, πίτες, σαλάτες και άφθονο κρασί.
Οι μασκαράδες ήταν ικανοί να καθίσουν ώρες ολόκληρες, χωρίς να αποκαλύπτουν τα πρόσωπά τους, ενώ οι άλλοι προσπαθούσαν από τις στολές, το παράστημα και τις κινήσεις να τους αναγνωρίσουν. Πολλές φορές τα μικρά παιδιά από τον φόβο τους κλείνονταν σε άλλο δωμάτιο ή έμπαιναν μέσα στα σκεπάσματα των κρεβατιών ή κρύβονταν στην αγκαλιά της μάνας τους που ένιωθαν ασφάλεια. Και η βραδιά έκλεινε παίζοντας μικροί μεγάλοι το παιχνίδι με το αυγό και το γιαούρτι (χάσκαρ). Έδεναν ένα καλά βρασμένο και καθαρισμένο αυγό με μια κλωστή και το βουτούσαν μέσα στο γιαούρτι. Κάποιος που έπαιζε το ρόλο του διαιτητή, σαν εκκρεμές κουνούσε το αυγό στα ανοιχτά στόματα των παιδιών, που προσπαθούσαν να το δαγκώσουν, ενώ αυτός το τραβούσε την τελευταία στιγμή και αντί για το στόμα το αυγό τους χτυπούσε στα πρόσωπά τους γεμίζοντάς τα με γιαούρτι.
Τελικά μέχρι να φαγωθούν τα αυγά είχαν γιαουρτωθεί όλοι.